Ο ΧΡΗΣΤΟΣ

ΑΞΙΑ

ΓΕΡΟΣ ΤΟΥ ΜΟΡΙΑ

Τρίτη 24 Απριλίου 2012

Ο θάνατος ενός περιπτέρου. ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ "ΑΡΙΣΤΗ" ΥΠΟΥΡΓΟ ΠΟΥ ΑΦΗΣΕ ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΧΩΡΙΣ ΒΙΒΛΙΑ. ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΚΕΙΝΗ ΔΕΝ ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΟΥΣΕ ΜΕ ΤΟ ΠΕΡΙΠΤΕΡΟ. ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΜΜ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΕΝΝΟΟΥΣΕ!

Αφιερωμένο στην υπουργό που αφού εξόντωσε τα βιβλία από τα σχολεία,
θα εξοντώσει και τα "αφεντικά" των περιπτέρων




Ο θάνατος ενός περιπτέρου
Τα νέα ότι θα έκλεινε το περίπτερο μας έπεσαν απότομα, δεν τα εισπράξαμε όμως μόνο ως έναν εμπορικό θάνατο ανάμεσα σε άλλους. Το βιώσαμε ως την απώλεια μια πολύτιμης καθημερινότητας για τη γειτονιά
Του Κωστή Χατζημιχάλη

Μέσα στον ορυμαγδό των Μνημονίων, στα χιλιάδες κλειστά μαγαζιά, στο ένα εκατομμύριο ανέργους και σε προεκλογική περίοδο, να γράφεις για ένα περίπτερο ακούγεται παράλογο και συντηρητικά νοσταλγικό. Και όμως. Το περίπτερο και οι λειτουργίες του συμμετέχουν στη δημιουργία της καθημερινότητας στην ελληνική πόλη, δίνουν χαρακτήρα σε μια γειτονιά, είναι ένα από τα πολύτιμα μικρά και βιωματικά χαρακτηριστικά της Αθήνας που την ξεχωρίζουν από άλλες «ανεπτυγμένες» πόλεις.

Τα περίπτερα εμφανίστηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα, μάλιστα ο Ε. Τσίλλερ έχει σχεδιάσει το εξαγωνικό ξύλινο περίπτερο με την οξυκόρυφη στέγη στη βόρεια πλευρά της πλατεία Μιαούλη στην Ερμούπολη, σήμερα αγνώριστο από τις επεμβάσεις που του έχουν γίνει. Μετά τον εμφύλιο εκχωρήθηκαν μαζικά άδειες για περίπτερα σε τραυματίες πολέμου, όχι όμως σε αριστερούς και κομμουνιστές και αυτό είχε οδηγήσει στις φήμες για περιπτεράδες χαφιέδες της Ασφάλειας.

Ανοικτά Σάββατα και Κυριακές, είναι τόσο καθημερινά και κοντά μας που τα προσπερνάμε χωρίς να τους δίνουμε σημασία. Με τον καιρό εκσυγχρονίστηκαν και αυτά, απέκτησαν φωτεινές τέντες, διαφημίσεις, κάποια έγιναν εμπορικές αλυσίδες. Στην Αθήνα είναι σήμερα περίπου 5.000, μικρά θαύματα χωρητικότητας, πουλάνε τα πάντα: τσιγάρα, εφημερίδες, χανσαπλάστ, σοκολάτες, δηλώσεις του Ν. 105, εισιτήρια, ντεπόν, κάρτες για κινητά, παραμάνες, μπαταρίες, ταινίες πορνό. Όσα είχανε χώρο γύρω τους έχουν αναπτυχθεί, συχνά παράνομα, και έχουν μετατραπεί σε μινι-μάρκετ με ψυγεία, βιτρίνες για πούρα και τουριστικά είδη και πάνω από 600 τίτλους εντύπων. Κάποια κεντρικά κάνουν τζίρο πάνω από 2.000 ευρώ την ημέρα, έχουν και 5-8 υπαλλήλους το 24ωρο και, παρά τα μικρά περιθώρια κέρδους, είναι κερδοφόρες επιχειρήσεις.

Το δικό μου περίπτερο δεν ήταν σαν κιʼ αυτά. Μικρό, παλαιικό, ξύλινο, στριμωγμένο στο πεζοδρόμιο, 1.5 τετραγωνικό, κρύο και ζεστό ανάλογα την εποχή, έβαλε ένα μικρό ψυγείο τα τελευταία χρόνια. Το δουλεύανε από το πρωί μέχρι το βράδυ δυο αδέλφια, ο Κώστας και ο Δημήτρης, και ζούσανε απʼ αυτό τρεις οικογένειες μέχρι την πρόσφατη κρίση. Υπάλληλοι της μητέρας τους, που το είχε κληρονομήσει από τον ανάπηρο πατέρα, έπειτα από τόσα χρόνια είχαμε γίνει φίλοι, είχανε πάντα να πούνε μια ζεστή κουβέντα με όλους στη γειτονιά. Μου δίνανε ή κρατάγανε, αν δεν πέρναγα στην ώρα μου, την εφημερίδα. Μετά ήταν η σύντομη ή εκτεταμένη κουβέντα για την πολιτική με καφέ κερασμένο εναλλάξ, για τα οικονομικά ζόρια, τις σαχλαμάρες στα περιοδικά λαιφ-στάιλ, για τις βουτιές στις παραλίες της Σερίφου και τα φρέσκα σύκα από το αγρόκτημα του Σπύρου. Μπορούσες να αφήσεις τα κλειδιά, ένα φάκελο ή ένα πακέτο για κάποιον γνωστό όταν έλειπες, το φως το βράδυ και μια φιλική καληνύχτα απέναντι από την εξώπορτα της πολυκατοικίας σού έδινε ασφάλεια. Και βέβαια να ρίξεις μια ματιά στα «εχθρικά έντυπα» χωρίς να τα αγοράσεις. Γιατί η κοινωνική σημασία του περιπτέρου είναι ταυτόσημη με τον χαρακτήρα του περιπτερά ή της περιπτερούς.

Τα νέα ότι θα έκλεινε το περίπτερο μας έπεσαν απότομα, δεν τα εισπράξαμε όμως μόνο ως έναν εμπορικό θάνατο ανάμεσα σε άλλους, ως την προσθήκη τεσσάρων νέων ανέργων στα πολλά μηδενικά που έχουν επιβάλει τα Μνημόνια. Το βιώσαμε ως την απώλεια μια πολύτιμης καθημερινότητας για τη γειτονιά, ως το βίαιο ξερίζωμα φίλων. Για δυο μήνες μετά το κλείσιμο, το περίπτερο έστεκε εκεί, έρημο και σκοτεινό. Μετά, επειδή έκοβε τη βιτρίνα στα μαγαζιά, πρώτο έφυγε το ψυγείο και μια Κυριακή αργότερα ένας γερανός πήρε τη μικρή ξύλινη καμπίνα. Πριν έναν μήνα συνεργεία του δήμου έφτιαξαν τις πλάκες στο πεζοδρόμιο εξαφανίζοντας και το τελευταίο ίχνος μιας ανθρώπινης παρουσίας πενήντα χρόνων, όπως το κύμα σβήνει τις πατημασιές στην άμμο.

Πηγή: Αυγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου